Ο νέος κύκλος συναντήσεων της Λέσχης Ανάγνωσης ξεκινά με θέματα σχετικά με την ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών. Έτσι στην ενότητα "Οι συγγραφείς εξομολογούνται..." συγγραφείς γράφουν τις προσωπικές τους ιστορίες, οι οποίες σχετίζονται με έντονα συναισθήματα και καταστάσεις. Την πρώτη ιστορία γράφει η Παναγιώτα Πλησή, η οποία μας μιλά για τον πόλεμο που δεν έζησε...
(Περισσότερες πληροφορίες για τη συγγραφέα και το έργο της εδώ)
Ο πόλεμος που δεν έζησα
Ακούγεται παράξενο, αλλά είμαι ένας άνθρωπος που θα ήθελα να είχα ζήσει τον
πόλεμο. Και να λοιπόν η ιστορία αυτής της επιθυμίας μου.
Όταν ήμουνα μικρή ζούσα στην Κύπρο μαζί με την οικογένειά μου. Ο πατέρας
μου είχε κυπριακή καταγωγή και οι γονείς μου είχαν αποφασίσει να ζήσουν εκεί.
Στην Κύπρο έζησα μέχρι τα εφτά μου σχεδόν. Έχω αρκετές εικόνες από τους
κατεχόμενους τόπους που μεγάλωσα. Το χωριό του πατέρα μου, την Ακανθού, και την
πόλη που ζούσαμε, την Αμμόχωστο.
Ήρθε το καλοκαίρι και τα σχολεία έκλεισαν για τις καλοκαιρινές διακοπές. Οι
γονείς μου ήταν και οι δυο καθηγητές, αλλά ο πατέρας μου ήταν Επιθεωρητής
εκείνα τα χρόνια και ήταν υποχρεωμένος να μείνει περισσότερες ημέρες στην
υπηρεσία. Εμείς, μικροί μαθητές. Ο αδελφός μου είχε τελειώσει την πέμπτη
δημοτικού και εγώ μόλις την πρώτη. Συνηθίζαμε τα καλοκαίρια να κάνουμε διακοπές
στην Ελλάδα με τους γονείς της μητέρας
μου. Το συγκεκριμένο καλοκαίρι, το καλοκαίρι του 1974, ήρθαμε οι τρεις μας.
7 Ιουλίου. Το θυμάμαι. Στις 8 έχει γενέθλια ο αδελφός μου. Μια εβδομάδα
μετά από την άφιξη μας στην ΑΘήνα, γίνεται το πραξικόπημα στην Κύπρο. Η κυβέρνηση
πέφτει και αναλαμβάνουν οι στρατιωτικοί. Αυτό το γεγονός εκμεταλλεύονται οι
Τούρκοι και με την πρόφαση ότι θέλουν να προστατέψουν τους Τουρκοκύπριους,
εισβάλλουν στην Κύπρο. Ο πόλεμος ξεκίνησε στις 20 Ιουλίου.
Εκείνες τις ημέρες βρισκόμασταν με τη μητέρα, τον αδελφό, τον παππού και τη
γιαγιά μου για διακοπές στο ξενοδοχείο Ξενία
της Πάρνηθας. Συνηθίζαμε να παραθερίζουμε εκεί. Ήταν ένας πολύ όμορφος και πολύ
ήρεμος τόπος. Θυμάμαι κάποια στιγμή τη μητέρα μου να είναι πολύ ανήσυχη. Ίσως
και να ήταν δακρυσμένη. Ο αδελφός μου όλο ρώταγε. Εγώ δεν μπορούσα να καταλάβω
καθόλου ποια ήταν η αιτία αυτή της αναστάτωσης. Κάτι για πόλεμο άκουγα. Αλλά τι
ήταν ο πόλεμος; Το μόνο που καταλάβαινα ήταν πως ο μπαμπάς δε θα ερχόταν
σύντομα να μας συναντήσει. Όπως και έγινε.
Μετά από τρεις μήνες θα τον βλέπαμε
και ύστερα από ένα χρόνο θα ζούσε μόνιμα μαζί μας. Έπειτα έμαθα για τον πόλεμο
από διηγήσεις του πατέρα μου και των συγγενών μας. Είδα φωτογραφίες και
ταινίες. Διάβασα και αυτά που είχε γράψει ο πατέρας μου σε ένα βιβλίο με θέμα
τα γεγονότα αυτά. Αυτό για μένα δεν ήτανε αρκετό. Ήθελα κατά κάποιο τρόπο να
ζήσω τον πόνο, το φόβο και τη δυστυχία ενός πολέμου. Θεωρούσα και θεωρώ ακόμα
τον εαυτό μου άτυχο που δεν έζησε και αυτό το βίωμα και το «έχασε» για λίγες
μόνο μέρες. Έλεγα όταν ήμουνα παιδί «Γιατί να φύγουμε στις 7;» Μια ζωή φαντάζομαι
πώς είναι ο πόλεμος, ενώ είχα την ευκαιρία να γνωρίσω πώς πραγματικά είναι κι
ας μου λένε όσοι τον έχουν ζήσει, «καλύτερα που δεν τον έζησες».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου